Καθόταν στο πεζούλι της διπλανής πολυκατοικίας, κάπου τον είχα ξαναδεί αλλά δεν ήμουν και σίγουρος. Φαινόταν ανήσυχος, και δεν μού ζήτησε λεφτά, δεν τόλμησε, όχι αυτήν την φορά, αυτήν την φορά ήταν ανήσυχος, σάς το είπα. Ανήσυχος, ψηλός, καθιστός, και λεπτός σαν πρεζόνι, το "σαν" είναι καλολογικό στοιχείο, λέγεται παρομοίωση, όχι μεταφορά, άλλο εκείνο, το μάθαμε στην τετάρτη δημοτικού, κι εδώ συγκεκριμένα περισσεύει έτσι κι αλλιώς.
Ο λόγος της ανησυχίας του ήταν δυό οικοδομές παραπέρα και κατουρούσε όρθιος την είσοδο του παιδικού σταθμού "Τα κάμποσα γουρουνάκια". Καθώς κατουρούσε αγωνιζόταν να κρατηθεί όρθιος, για να πω την αλήθεια δεν ξέρω καν αν προσπαθούσε πραγματικά να κατουρήσει ή αν τσακωνόταν με τον τοίχο στα τοιχιανά ή αν απλά έπαιζε το πουλί του, κοιτώντας τη Χιονάτη στη βιτρίνα του παιδικού σταθμού. Γιατί την άλλη φορά που τους είχα δει, το θυμήθηκα τώρα, όντως τον έπαιζε, μέρα μεσημέρι στην μέση του δρόμου, και ο ψηλός-λιγνός -ανήσυχος του έλεγε "άντε ρε μαλάκα τέλειωνε", και έκρωξε και σε μένα "σάς παρακαλώ, δώστε μου πέντε ευρώ να πάρω ένα ταξί να τον πάω σπίτι". Σιγά μην τού έδινα. Ακόμα και αν είχα.
Απόψε όμως δεν μού ζήτησε τίποτα, καλά καλά ούτε με κοίταξε, είχε το νου του στον άλλον που κατουροτσακωνογαμούσε τον τοίχο. Πολλή ζέστη ρε παιδί μου, τόσες μέρες υγρασία και ζέστη, ακόμα και στους αναρχικούς της γειτονιάς τους την βάρεσε και άρχισαν να διαφημίζουν τα χοιρινά, να φτωχαίνουν την παιδεία και διάφορα άλλα κουλά.
Α, τι καλά που τα περνάμε στην Πόλη τον Αύγουστο.... Μόνο στην Βηρυττό περνάνε καλύτερα από εμάς.
Ο λόγος της ανησυχίας του ήταν δυό οικοδομές παραπέρα και κατουρούσε όρθιος την είσοδο του παιδικού σταθμού "Τα κάμποσα γουρουνάκια". Καθώς κατουρούσε αγωνιζόταν να κρατηθεί όρθιος, για να πω την αλήθεια δεν ξέρω καν αν προσπαθούσε πραγματικά να κατουρήσει ή αν τσακωνόταν με τον τοίχο στα τοιχιανά ή αν απλά έπαιζε το πουλί του, κοιτώντας τη Χιονάτη στη βιτρίνα του παιδικού σταθμού. Γιατί την άλλη φορά που τους είχα δει, το θυμήθηκα τώρα, όντως τον έπαιζε, μέρα μεσημέρι στην μέση του δρόμου, και ο ψηλός-λιγνός -ανήσυχος του έλεγε "άντε ρε μαλάκα τέλειωνε", και έκρωξε και σε μένα "σάς παρακαλώ, δώστε μου πέντε ευρώ να πάρω ένα ταξί να τον πάω σπίτι". Σιγά μην τού έδινα. Ακόμα και αν είχα.
Απόψε όμως δεν μού ζήτησε τίποτα, καλά καλά ούτε με κοίταξε, είχε το νου του στον άλλον που κατουροτσακωνογαμούσε τον τοίχο. Πολλή ζέστη ρε παιδί μου, τόσες μέρες υγρασία και ζέστη, ακόμα και στους αναρχικούς της γειτονιάς τους την βάρεσε και άρχισαν να διαφημίζουν τα χοιρινά, να φτωχαίνουν την παιδεία και διάφορα άλλα κουλά.
Α, τι καλά που τα περνάμε στην Πόλη τον Αύγουστο.... Μόνο στην Βηρυττό περνάνε καλύτερα από εμάς.
7 σχόλια:
Καλά είναι μωρέ, δε βαριέσαι!
Τα συνθήματα που παραμένουν συνθήματα.Όλη η πολιτική κουλτούρα της χώρας μας στηρίχτηκε και συνεχίζει να στηρίζεται σε μια άκρατη συνθηματολογία.
Καλημέρα!
Πολυ καλα περναμε. Μου θυμισες τη Ναυαρινου που εχω να κατεβω καιρο..
Τα συνθηματα στους τοιχους ομως ειναι για να τα αγνοουμε καθως γελαμε βλεποντας τα. Αλλες εποχες!
Θα εκπλαγώ αν δεν εννοεί τους μπάτσους! Ο,τι πάντως και να εννοεί αυτός, εξαιρετικό το κείμενο το δικό σου.
στην ακριβή (υπάρχουν και τέτοιες) γειτονιά μου στον Πειραιά, δεν βλέπω πια συνθήματα... κρίμα :(
Καλησπέρα και από εδώ!
Ο τύπος εννοεί εμάς, εννοεί, "όποιος καταναλώνει είναι γουρούνι", κι αυτό είναι σίγουρο γιατί είναι γραμμένο έξω από ένα σουπερμάρκετ.... επίτηδες αλλοιώνω στο κείμενο το νόημα του συνθήματος Σ;)
Χαιρετώ όλη την παρέα (και τις μπουρζουάδες από τον Πειράια Σ;))))))
Χα. χα, με έπιασε το αντι-μπατσικό μου. Και πότε με άφησε, εδώ που τα λέμε. Χάθηκε αυτός ο χριστιανός να βάλει ένα κόμμα μετά το «καταναλώστε»; (τι λέω τώρα ο διάβολος!)
Δημοσίευση σχολίου